Τυπικά, χρειάστηκαν ακριβώς πενήντα χρόνια. Η ολοκλήρωση της πορείας δυτικής ένταξης της Ελλάδας με την εισαγωγή του ευρώ σε αντικατάσταση της δραχμής, το 2002, συμπίπτει με την επέτειο των πενήντα ετών, ακριβώς μισού αιώνα, από την τυπική έναρξη της τρικυμιώδους αυτής διαδρομής. Όταν, το 1952, η χώρα, μετά από πολλές επιφυλάξεις και σε αλληλοϋποστήριξη με την Τουρκία, γινόταν δεκτή στο ΝΑΤΟ.
Αυτή η πορεία της Ελλάδας δυτικά, πορεία πρώτα ατλαντική, σήμερα ευρωατλαντική και, ίσως, στο μέλλον, ευρωπαϊκή, δεν ήταν εύκολη. Ούτε βεβαίως ξεκίνησε, όπως πολλοί πιστεύουν, μόλις πριν από μία δεκαετία στο γραφικό Μάαστριχτ της Ολλανδίας. Ήταν εξαιρετικά επώδυνη, με πραγματική διάρκεια λίγο μεγαλύτερη από μισό αιώνα. Μισό αιώνα γεμάτο από συγκρούσεις, κάποτε με αίμα και κάποτε χωρίς, αλλά σχεδόν πάντα με πολύ πόνο και με μεγάλη, ενίοτε συνολική διακινδύνευση.
Στην ουσία, το στοίχημα αυτής της διαδρομής ήταν να νικήσει η Ελλάδα τη γεωγραφία και την πρόσφατη ιστορία της. Να βρεθεί σε ένα χώρο “πρώτης ταχύτητας” από πλευράς ελευθερίας, ανάπτυξης και ασφάλειας, ενώ οι συντεταγμένες της βρίσκονται σε έναν άλλο χώρο, που, δυστυχώς, ακόμη υποφέρει. Γι’ αυτό και το κοινό νόμισμα σημαίνει για την Ελλάδα πολύ περισσότερα από ό,τι για τους εταίρους της.
Αυτό το βιβλίο διερευνά ορισμένες από τις διαδρομές της μακράς και γεμάτης εσωτερικές αντιστάσεις πορείας να γίνει η Ελλάδα μια πραγματικά ευρωπαϊκή κοινωνία με δημοκρατία, σεβασμό στα δικαιώματα, ευημερία, ασφάλεια συνόρων, ευρωπαϊκό κοινωνικό (και όχι μόνο) πολιτισμό.
Κι ενώ η Ελλάδα ξεκίνησε με μια προνομιακή συμμετοχή στην ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική, μετά πέρασε στην άρνηση, έπειτα στην αμφιβολία, στη διακινδύνευση, σήμερα βρίσκεται στην οριακή, αγχωμένη παρουσία. Αυτό είναι όμως που επιθυμούμε; Το ρόλο του “φτωχού” συγγενή, εκείνου που δεν μπορεί να συνεισφέρει και να συγκαθορίσει, να αφήσει το στίγμα του στο νέο οικοδόμημα; Ασφαλώς όχι.
Η πολύτιμη ένταξη της χώρας στην Ευρωζώνη εγγυάται τα ελάχιστα, δεν εξασφαλίζει τα μέγιστα ή έστω τα επιθυμητά της ενσωμάτωσης. Δε συνεπάγεται αυτόματα ανάπτυξη και ρόλο στο κοινό μέλλον, αυτό δηλαδή που θα ήταν η ολοκλήρωση της πορείας δυτικά, να γίνει η χώρα ενεργό, οργανικό, απαραίτητο τμήμα της διαδικασίας συνεχούς εξέλιξης της Ευρώπης. Η σύγκλιση, την οποία ακόμη δεν έχουμε πετύχει, αποτελεί απλή προϋπόθεση κι όχι αυτοσκοπό, ενώ ουσιαστικά εμφανίζεται σαν μια σύγχρονη εκδοχή των επιταγών που μοίραζε η ΕΟΚ στα ’80.
Δυστυχώς, στα χρόνια που πέρασαν, η Ελλάδα ξέχασε ακόμη και να φαντάζεται ένα ρόλο που θα την καταστήσει δημιουργική και χρήσιμη, θα της δώσει λόγο ύπαρξης στη νέα δομή. Αυτή όμως είναι η μόνη πραγματική πρόκληση για την οικονομία, την κοινωνία και την πολιτική μας.
Οι Έλληνες σίγουρα μπορούν, το έχουν αποδείξει εντός κι εκτός συνόρων.
Η Ελλάδα;