“Θέλω να σου γράψω. Έρχονται στιγμές, εικόνες ανεξέλεγκτες. Λόγια λογιών, τιτιβίσματα πουλιών, φρούτα νόστιμα απ’ το περιβόλι του Νηρέα του Βάρα. Στιγμές ατέλειωτες σημαδεμένες, όπως την πρώτη φορά που σε είδα, εκείνο το πρωινό έξω απ’ το Μουσείο, που το αίμα ήταν αληθινό στο μάγουλό σου, στο χρώμα του ήλιου που δε λέει να δύσει τούτο το ηλιοβασίλεμα. Όπως ήταν αληθινά εκείνα που συμβαίνανε, γι’ αυτό και μπορούμε να τα αισθανθούμε και τώρα να υπάρχουν μέσα στον άπειρο μικρόκοσμο, το δικό μας”. (…)
“…Σκάψε, γράψε, ζήσε, σβήσε, πέθανε όρθιος. Μονάχα η ελευθερία έχει να κάνει με την αιωνιότητα και ποιος τη γνωρίζει… Η αλήθεια έχει να κάνει με τη ζωή και ποιος θα μας δώσει το πιστοποιητικό της… Ηλίθια είναι η περιστροφή γύρω απ’ τον εαυτό μας και ποιος δε ζαλίζεται…
“Τώρα βαδίζουμε προς τα επάνω, δε μας νοιάζει για τα κάτω. Όχι το εμπρός πατώ και πίσω πάω, φάγε με τι θα σε φάω…
“Η εξέλιξη πάντα προπορεύεται μα η ζωή στερεύεται (γιατί;).
“Τα πάντα ρει, αυτή είναι η Ζωή…”